Του Απόστολου Αντωνόπουλου
Περιδιαβαίνοντας τα χωριά του νομού μας, εκτός Ιούλιο και Αύγουστο, αλλά και μελετώντας τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής, νιώθεις μία απέραντη θλίψη. Μία «οσμή θανάτου» κυριαρχεί παντού. Μια οσμή θανάτου που αναδύεται από τα έρημα χωριά, από τα κλειστά σπίτια, από τα κλειστά καταστήματα, από τα μισογκρεμισμένα σπίτια που έχουν αφεθεί στη φθορά, από τα βουβά σχολικά κτίρια που κάποτε έσφυζαν από ζωή, από τις αλειτούργητες εκκλησίες, από τα ακαλλιέργητα χωράφια που γέμισαν βάτα, από την έλλειψη ανθρώπινης παρουσίας.Εδώ και χρόνια ξεκίνησε μια αργή και σταδιακή ερήμωση των ορεινών χωριών του νομού μας, που τα τελευταία χρόνια έχει λάβει τρομακτικές διαστάσεις. Την ερήμωση των ορεινών χωριών ακολουθεί η ερήμωση και των χωριών του κάμπου. Είναι ολοφάνερη πλέον η σταδιακή πληθυσμιακή συρρίκνωση και στα καμποχώρια του νομού μας και παντού βλέπεις κλειστά σπίτια. Δεν θα αργήσει αυτή η τάση να χτυπήσει και τις πόρτες των πόλεων του νομού μας, αν δεν τις έχει ήδη χτυπήσει, και ιδιαίτερα του Αγρινίου. Διότι πόλεις χωρίς ακμάζουσα ενδοχώρα που να τις τροφοδοτεί και να τις θρέφει δεν μπορεί να μεγαλουργήσουν. Ίσως οι παράκτιες περιοχές , λόγω τουρισμού, θα έχουν καλύτερη τύχη αλλά μόνο για το καλοκαίρι.
Αν η οικονομική και πολιτική ελίτ του τόπου, αν οι τοπικοί άρχοντες, φρόντιζαν εδώ και δεκαετίες να δημιουργήσουν μεγάλα και μικρότερα ανθηρά αστικά κέντρα στον τόπο μας που θα λειτουργούσαν σαν κυματοθραύστης της μετανάστευσης, συγκρατώντας το μεγαλύτερο μέρος αυτής, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική. Είναι θαρρώ κατανοητό, πως αν δεκάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας που ζουν σήμερα, κυρίως στην Αθήνα, αν ζούσαν στα δικά μας αστικά κέντρα, θα είχαν μία συχνή επαφή με τα χωριά τους, με τα κτήματά τους και αυτά δεν θα ερήμωναν. Σ’ αυτό το γεγονός αναφερόμουν σε προηγούμενο άρθρο μου για την ανάγκη να γίνει το Αγρίνιο μεγάλο αστικό κέντρο.
Προσωπικά διαβλέπω ότι σε 20 με 25 χρόνια από σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος του νομού μας θα είναι εντελώς ακατοίκητο και νεκρό. Ακόμα και σε εκείνα τα χωριά που σήμερα διαβιούν κάποιοι υπερήλικες, και έχουν κόσμο τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, σε λίγα χρόνια δεν θα έχουν κόσμο ούτε τον Αύγουστο. Χωριά εντελώς νεκρά τον χειμώνα, νομοτελειακά θα καταλήξουν να είναι νεκρά και το καλοκαίρι. Σε κάθε σπίτι που πεθαίνει η τελευταία γιαγιά ή ο τελευταίος παππούς η πόρτα δεν θα ξανανοίξει μόνιμα ποτέ.
Η ερήμωση της περιοχής μας θα είναι μία καταστροφή άνευ προηγουμένου, διότι αυτά τα μέρη κατοικούνται αδιαλείπτως τουλάχιστον πάνω από 3000 χρόνια με σκαμπανεβάσματα σχετιζόμενα με πολέμους, λοιμούς κ.λ.π, μα πρώτη φορά στην ιστορία θα μείνουν εντελώς ακατοίκητα. Θα είναι μια ανυπολόγιστη καταστροφή, διότι μαζί με την εξαφάνιση της ανθρώπινης παρουσίας, θα χαθούν για πάντα όλα τα έργα που δημιούργησε η ανθρώπινη παρουσία. Θα χαθεί η μνήμη και η αενάως μεταβιβαζόμενη από γενιά σε γενιά γνώση που σχετίζεται με αυτή, θα χαθεί για πάντα η υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά, το δομημένο περιβάλλον, η τεράστια βιοποικιλότητα (χλωρίδα και πανίδα). Ήδη στα χωριά μας που συναντούσε κανείς πριν λίγα χρόνια μια τεράστια ποικιλία φυτών όπως κλήματα, συκιές, αχλαδιές κ.λ.π, λόγω του ότι δεν καλλιεργούνται τα χωράφια, όλες αυτές οι ποικιλίες έχουν χαθεί για πάντα. Μαζί με τα φυτά χάνονται και πολλά είδη ζώων.
Ανείπωτη καταστροφή επέρχεται και στο δομημένο περιβάλλον. Κτίρια κοσμήματα , τόσο οικίες όσο και δημόσια κτίρια όπως τα σχολεία που ήταν σήμα κατατεθέν σε κάθε χωριό και είχαν κτιστεί με κόπο και προσωπική εργασία από τους κατοίκους, καταρρέουν, παρά τη φιλότιμη προσπάθεια πολλών συλλόγων να τα συντηρήσουν. Η τελική κατάρρευση θα έρθει όταν τα χωριά θα είναι ακατοίκητα και το καλοκαίρι και αυτή η μέρα δεν θα αργήσει.Και ενώ αυτή η ανείπωτη καταστροφή λαμβάνει χώρα, οι κάθε είδους εξουσίες ασχολούνται με την μικροπολιτική, τη ρουσφετολογία και μικροεργάκια άχρηστα και αχρείαστα. Κουβέντα καμία για τα μεγάλα έργα υποδομής και την αναπτυξιακή στρατηγική και προοπτική του τόπου. Μερικοί είναι και κυνικοί και ειλικρινείς λέγοντας ότι αφού αυτά ζητάει ο κόσμος αυτά κάνουμε, και μπορεί να έχουν και δίκιο, μόνο που έργο του πολιτικού δεν είναι να ακολουθεί τον κόσμο αλλά να τον κατευθύνει, να του προτείνει λύσεις και να συνδιαμορφώνει λύσεις. Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι και οι κάτοικοι αντιδρούν παθητικά, έχουν συμβιβαστεί, λες και δεν υπάρχει άλλη λύση, άλλη πρόταση από την τελική ερήμωση του τόπου. Ίσως περιμένουμε κάποιοι άλλοι να έρθουν να μας σώσουν, ίσως τους βαρβάρους που έλεγε και ο μεγάλος αλεξανδρινός ποιητής. Θαρρώ πως έχουμε συμβιβαστεί και συνηθίσει τόσο πολύ με την υπάρχουσα φθίνουσα κατάσταση, που θα μας τρομάξει αν ξαφνικά σε κάποιο μέρος υπάρξει αντίστροφη τροχιά με ανάπτυξη και πληθυσμιακή μεγέθυνση.
Τι δεν καταλαβαίνεις, τι δεν βλέπεις αγαπητή/έ συμπατριώτισσα/ώτη. Δεν σε ανησυχεί η σταδιακή ερήμωση του τόπου; Γιατί δεν αντιδράς, γιατί δεν δρας, γιατί συμβιβάστηκες με την συνεχιζόμενη καταστροφή;
Όσο οι κάτοικοι βαυκαλίζονται και νιώθουν περήφανοι όταν ο βουλευτής ή ο δήμαρχος τους παίρνουν τηλέφωνο για τα χρονοπόλια ή παρευρίσκονται μόνο στις κηδείες και τα μνημόσυνα δεν υπάρχει καμία ελπίδα. Μόνο που δεν σκέφτονται ότι αυτοί παρευρίσκονται μόνο σε κηδείες και μνημόσυνα και σπανιότατα σε γάμους και βαπτίσεις, διότι απλούστατα τέτοια μυστήρια λαμβάνουν χώρα σπανιότατα, στα δε ορεινά χωριά εδώ και δεκαετίες. Σε λίγα δε χρόνια ούτε σε τέτοια μυστήρια θα παρευρίσκονται διότι απλούστατα δεν θα υπάρχουν άνθρωποι να πεθάνουν.
Αν ο πολίτης δεν σταθεί μπροστά στο βουλευτή, στον υποψήφιο βουλευτή, στο δήμαρχο, στον υποψήφιο δήμαρχο, στον περιφερειάρχη, στους συμβούλους και στον οποιοδήποτε ασκεί εξουσία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και δεν τον ρωτήσει: «Ποιο είναι το όραμα σου γι’ αυτό τον τόπο, ποιες είναι οι προτάσεις σου», και αν είναι ήδη χρόνια βουλευτής ή δήμαρχος να τον ρωτήσει: «τι έχεις κάνει γι’ αυτό τον τόπο τόσα χρόνια πέρα από τα ρουσφέτια και την μπακαλίστικη πολιτική», σωτηρία δεν υπάρχει. Αν δεν το κάνεις αυτό αγαπητέ/ή συμπατριώτη/ισσα, ο βουλευτής και ο δήμαρχος θα συνεχίζουν να είναι βουλευτής και δήμαρχος και εσύ θα καμαρώνεις και θα καμώνεσαι που ο βουλευτής σου τηλεφώνησε για τα χρονοπόλια, σου χτύπησε φιλικά την πλάτη, σου χάιδεψε τα αυτιά με λόγια που θες να ακούσεις και ο τόπος θα βαδίζει ολοταχώς στον αργό θάνατο και στην ερημοποίηση.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, την ανείπωτη καταστροφή, δεν έχουμε δικαίωμα να σιωπήσουμε. Το χρωστάμε στον τόπο που μας γέννησε και μας μεγάλωσε, το χρωστάμε στην ιστορία, δεν πρέπει να αφήσουμε να κοπεί το νήμα της ιστορίας, διότι αν αυτό κοπεί θα περάσουν αιώνες να ξαναρχίσει, αν ξαναρχίσει ποτέ. Λίγα σκαλιά πριν την οριστική ερημοποίηση , πριν γίνει η κατάσταση μη αναστρέψιμη , χρειάζεται μία πανστρατιά από όλες τις δυνάμεις του τόπου, πολιτικές, παραγωγικές, πολιτιστικές, πνευματικές, που θα ευαισθητοποιήσει τους κατοίκους, θα τους βάλει να αναλογιστούν που βαδίζουμε, θα τους ενημερώσει για τις δυνατότητες ανάτασης του τόπου που μπορεί να υπάρξουν και θα τους κάνει κοινωνούς των προτάσεων και λύσεων με σκοπό να σωθεί ό,τι σώζεται και να αντιστραφεί η πορεία του τόπου, από την ερημοποίηση προς την αναζωογόνηση.
*Πρώην ακόλουθος Παιδείας, Πολιτισμού και Αθλητισμού στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις Βρυξέλλες και μέλος, εκπροσωπώντας την Ελλάδα, των Education Working Group, Culture Working Group και Sport Working Group